ΟΙ ΔΙΚΑΣΤΙΚΟΙ ΚΑΙ ΟΙ ΔΙΚΑΣΤΙΚΟΙ ΑΓΩΝΕΣ
Το 1987 μια ομάδα δικαστικών «λειτουργών» ( τον ένα μετά από κάποια χρόνια τον πυροβόλησε ο ΕΛΑ ) έκανε προσφυγή στην «Ανεξάρτητη δικαιοσύνη» ζητώντας την εξομοίωση των αποδοχών του Αντιεισαγγελέα του Αρείου Πάγου με αυτές του Δ/ντη γιατρού του ΕΣΥ.
Στην προσφυγή τους οι δικαστικοί συνέκριναν τις δικές τους αποδοχές, τις οποίες εντέχνως μείωσαν αποκρύπτοντας κάποια επιδόματα τους, ενώ παράλληλα διόγκωσαν τις αποδοχές των γιατρών του ΕΣΥ, παίρνοντας σαν βάση υπολογισμού κάποιες ακραίες περιπτώσεις γιατρών σε «άγονες» περιοχές και «άγονης» ειδικότητας που υποθετικά θα πραγματοποιούσαν οκτώ εφημερίες τον μήνα. Και μάλιστα υπολόγισαν τις αποδοχές που θα έπαιρναν αυτοί οι «φανταστικοί» Δ/ντες του ΕΣΥ μετά από 10 χρόνια προϋπηρεσίας στο ΕΣΥ, που όμως τότε μετρούσε μόνο 2 χρόνια λειτουργίας!
Έτσι με αυτή την «μπακαλίστικη» συγκριτική μεθοδολογία υπολογισμού αποδοχών «προέκυπτε» διαφορά αποδοχών Δικαστικών - Γιατρών αρκετές χιλιάδες δραχμές τις οποίες ζητούσαν από την πολιτεία αναδρομικά, από την έναρξη λειτουργίας του ΕΣΥ, αφού κατά την «νομική» τους άποψη οι δικαστικοί θα πρέπει να αμείβονται ανώτερα όλων των άλλων μισθωτών του Δημόσιου, του ευρύτερου δημόσιου τομέα, αλλά και του ιδιωτικού τομέα και πως αν ποτέ συμβεί, όπως με το μισθολόγιο των γιατρών, κάποιος φουκαράς μισθωτός να «ξεπεράσει» σε αποδοχές ( μαζί με τις υπερωρίες του ) τους δικαστικούς, η πολιτεία θα έπρεπε άμεσα να σπεύσει να διορθώσει αυτή την «αδικία».
Αυτή ήταν η απόφαση του Συμβουλίου Της Επικρατείας η οποία εξεδόθη σε χρόνο ρεκόρ, μέσα σε 2 χρόνια, το 1989, προεδρεύοντος δυστυχώς του κ. Κουβελάκη!
Επειδή η απόφαση καθυστερούσε να υλοποιηθεί, ανέλαβε το 1991 ο τότε Πρόεδρος του Αρείου Πάγου κ. Κόκκινος να μεσολαβήσει στον τότε πρωθυπουργό κ. Μητσοτάκη, ενώ εκκρεμούσε η «μάνα» των δικών ή η δίκη του αιώνα, η δίκη του Α. Παπανδρέου.
Το deal πέτυχε και μετά από λίγο καιρό οι δικαστικοί πήραν τα «λεφτά» τους.
Η ίδια ιστορία ξανάγινε άλλες 2 φορές, και οι δικαστικοί αποκόμισαν τεράστια χρηματικά ποσά, τα οποία είχαν και την αντίστοιχη ανταπόκριση και στο εφ΄ άπαξ των συνταξιούχων συναδέλφων τους, χωρίς να έχουν όμως καταβληθεί οι νόμιμες κρατήσεις στο ταμείο ΜΤΠΥ , με αποτέλεσμα το ταμείο να «μπει» μέσα.
Έκτοτε και αφού οι αποδοχές των γιατρών είχαν πια καθηλωθεί σε χαμηλά επίπεδα ( στα μέσα της δεκαετίας του ΄90 ) οι δικαστικοί έστρεψαν το ενδιαφέρον τους προς εξοικονόμηση χρημάτων μέσω δικαστικών διεκδικήσεων, στην διεκδίκηση των αποδοχών άλλων μισθωτών όπως διοικητών τραπεζών , προέδρων ανεξάρτητων αρχών και πάει λέγοντας.
Τώρα η πολιτεία γιατί υποκύπτει και ικανοποιεί τις απαιτήσεις των δικαστικών είναι εύκολο να το αντιληφθεί κανείς.
Η αρχή έγινε με την δίκη του «αιώνα» και τώρα συνεχίζεται με τις υποθέσεις που «μπαίνουν στο αρχείο».
Το 1987 μια ομάδα δικαστικών «λειτουργών» ( τον ένα μετά από κάποια χρόνια τον πυροβόλησε ο ΕΛΑ ) έκανε προσφυγή στην «Ανεξάρτητη δικαιοσύνη» ζητώντας την εξομοίωση των αποδοχών του Αντιεισαγγελέα του Αρείου Πάγου με αυτές του Δ/ντη γιατρού του ΕΣΥ.
Στην προσφυγή τους οι δικαστικοί συνέκριναν τις δικές τους αποδοχές, τις οποίες εντέχνως μείωσαν αποκρύπτοντας κάποια επιδόματα τους, ενώ παράλληλα διόγκωσαν τις αποδοχές των γιατρών του ΕΣΥ, παίρνοντας σαν βάση υπολογισμού κάποιες ακραίες περιπτώσεις γιατρών σε «άγονες» περιοχές και «άγονης» ειδικότητας που υποθετικά θα πραγματοποιούσαν οκτώ εφημερίες τον μήνα. Και μάλιστα υπολόγισαν τις αποδοχές που θα έπαιρναν αυτοί οι «φανταστικοί» Δ/ντες του ΕΣΥ μετά από 10 χρόνια προϋπηρεσίας στο ΕΣΥ, που όμως τότε μετρούσε μόνο 2 χρόνια λειτουργίας!
Έτσι με αυτή την «μπακαλίστικη» συγκριτική μεθοδολογία υπολογισμού αποδοχών «προέκυπτε» διαφορά αποδοχών Δικαστικών - Γιατρών αρκετές χιλιάδες δραχμές τις οποίες ζητούσαν από την πολιτεία αναδρομικά, από την έναρξη λειτουργίας του ΕΣΥ, αφού κατά την «νομική» τους άποψη οι δικαστικοί θα πρέπει να αμείβονται ανώτερα όλων των άλλων μισθωτών του Δημόσιου, του ευρύτερου δημόσιου τομέα, αλλά και του ιδιωτικού τομέα και πως αν ποτέ συμβεί, όπως με το μισθολόγιο των γιατρών, κάποιος φουκαράς μισθωτός να «ξεπεράσει» σε αποδοχές ( μαζί με τις υπερωρίες του ) τους δικαστικούς, η πολιτεία θα έπρεπε άμεσα να σπεύσει να διορθώσει αυτή την «αδικία».
Αυτή ήταν η απόφαση του Συμβουλίου Της Επικρατείας η οποία εξεδόθη σε χρόνο ρεκόρ, μέσα σε 2 χρόνια, το 1989, προεδρεύοντος δυστυχώς του κ. Κουβελάκη!
Επειδή η απόφαση καθυστερούσε να υλοποιηθεί, ανέλαβε το 1991 ο τότε Πρόεδρος του Αρείου Πάγου κ. Κόκκινος να μεσολαβήσει στον τότε πρωθυπουργό κ. Μητσοτάκη, ενώ εκκρεμούσε η «μάνα» των δικών ή η δίκη του αιώνα, η δίκη του Α. Παπανδρέου.
Το deal πέτυχε και μετά από λίγο καιρό οι δικαστικοί πήραν τα «λεφτά» τους.
Η ίδια ιστορία ξανάγινε άλλες 2 φορές, και οι δικαστικοί αποκόμισαν τεράστια χρηματικά ποσά, τα οποία είχαν και την αντίστοιχη ανταπόκριση και στο εφ΄ άπαξ των συνταξιούχων συναδέλφων τους, χωρίς να έχουν όμως καταβληθεί οι νόμιμες κρατήσεις στο ταμείο ΜΤΠΥ , με αποτέλεσμα το ταμείο να «μπει» μέσα.
Έκτοτε και αφού οι αποδοχές των γιατρών είχαν πια καθηλωθεί σε χαμηλά επίπεδα ( στα μέσα της δεκαετίας του ΄90 ) οι δικαστικοί έστρεψαν το ενδιαφέρον τους προς εξοικονόμηση χρημάτων μέσω δικαστικών διεκδικήσεων, στην διεκδίκηση των αποδοχών άλλων μισθωτών όπως διοικητών τραπεζών , προέδρων ανεξάρτητων αρχών και πάει λέγοντας.
Τώρα η πολιτεία γιατί υποκύπτει και ικανοποιεί τις απαιτήσεις των δικαστικών είναι εύκολο να το αντιληφθεί κανείς.
Η αρχή έγινε με την δίκη του «αιώνα» και τώρα συνεχίζεται με τις υποθέσεις που «μπαίνουν στο αρχείο».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου